Ανδρέας Θεοφάνους*

 

Η επίσκεψη στην Κύπρο της Ειδικής Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ Τζέιν Χολ Λουτ επανέφερε στο προσκήνιο το Κυπριακό. Στόχος των επαφών της κ. Λουτ είναι η επίτευξη συμφωνίας επί των «όρων αναφοράς» της διαδικασίας για επανέναρξη των συνομιλιών προς αναζήτηση συνολικής λύσης του Κυπριακού. Τα δεδομένα δεν είναι ενθαρρυντικά τόσο σε σχέση με την ακολουθούμενη διαδικασία όσο και με την ουσία του προβλήματος. Μέρος των ενστάσεων επί της διαδικασίας σχετίζονται με τη συνέχιση της αποτυχημένης πρακτικής της «εποικοδομητικής ασάφειας» από την κ. Λουτ, η οποία ακολουθεί τα βήματα των προκατόχων της. Ούτως ή άλλως η εκάστοτε τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν διαφοροποιείται από την Τουρκία – είναι proxies (εντολοδόχοι) της Άγκυρας.  Πάνω απ’ όλα όμως το μείζον ζήτημα είναι ότι η υφιστάμενη βάση των συνομιλιών δεν μπορεί να οδηγήσει σε μια βιώσιμη διευθέτηση.

Στην πρόσφατη έκθεσή του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας για την Ειρηνευτική Δύναμη στην Κύπρο (ΟΥΝΦΙΚΥΠ), ο ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες υποστηρίζει ότι οι προοπτικές για μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού στο εγγύς μέλλον είναι υπαρκτές αλλά επαναλαμβάνει ότι θα πρέπει πρώτα οι πλευρές να συμφωνήσουν σε μια κοινή πορεία προς τα εμπρός. Υπογράμμισε επίσης ότι η συνεχής υποστήριξη σε έναν ορίζοντα ατέρμονης διαδικασίας χωρίς αποτέλεσμα έχει λήξει ενώ ταυτόχρονα επεσήμανε ότι το status quo δεν είναι πλέον βιώσιμο.

Δεν είναι μόνο η εμμονή της Τουρκίας στο θέμα των εγγυήσεων.  Η τουρκική πλευρά δεν κρύβει τις προθέσεις για μια διευθέτηση η οποία θα οδηγεί στην κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη διαδοχή της από ένα νέο τρικέφαλο κρατικό μόρφωμα στο οποίο δεν θα λαμβάνεται καμιά απόφαση σε σημαντικά ζητήματα χωρίς την έγκριση της τουρκικής πλευράς.  Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι η απουσία ενός κοινού οράματος για το μέλλον.

Δυστυχώς οι οιωνοί δεν είναι θετικοί και η πλευρά μας κινδυνεύει να εγκλωβισθεί σε μια επικίνδυνη διαδικασία από την οποία θα προκύψουν νέα οδυνηρά δεδομένα. Επιπρόσθετα, ο ΓΓ του ΟΗΕ ως ο θεματοφύλακας της διεθνούς νομιμότητας δεν υιοθετεί μια ξεκάθαρη στάση στο μείζον θέμα των απειλών που δέχεται η Κυπριακή Δημοκρατία για την ενάσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Ενώ δεν κατονομάζει την Τουρκία ως την πηγή των απειλών, περιορίζεται σε νουθεσίες προς την Κυπριακή Δημοκρατία επαναλαμβάνοντας ότι «οι φυσικοί πόροι που βρίσκονται εντός και γύρω από την Κύπρο πρέπει να ωφελήσουν και τις δύο κοινότητες και να αποτελέσουν ισχυρό κίνητρο για την εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης στο κυπριακό πρόβλημα».  

Αποτελεί αντίφαση το γεγονός ότι η τουρκοκυπριακή ηγεσία επικαλείται δικαιώματα που πηγάζουν από την Κυπριακή Δημοκρατία ενώ δεν την αναγνωρίζει. Υπογραμμίζεται συναφώς ότι η νομιμοφροσύνη τους είναι προς την παράνομη κατοχική οντότητα, την «ΤΔΒΚ», καθώς και την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιούν τα ταξιδιωτικά έγγραφα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ενώπιον του Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν έθεσε πρόσφατα κατά τρόπο ξεκάθαρο τις αξιώσεις της Άγκυρας, τονίζοντας ότι «η πολιτική ισότητα των Τουρκοκυπρίων είναι βασική παράμετρος, όποιο και να είναι το μοντέλο λύσης». Τα ίδια επαναλαμβάνει και η τουρκοκυπριακή ηγεσία. Εξ ορισμού μια τέτοια ρύθμιση πέραν των προβλημάτων λειτουργικότητας θα καταστήσει την Κύπρο όμηρο της Άγκυρας. Είναι γι’ αυτό που θα πρέπει τα θέματα αυτά να ξεκαθαριστούν χωρίς ψευδαισθήσεις.

Αναμφίβολα τυχόν εφαρμογή του διαπραγματευτικού κεκτημένου θα οδηγήσει σε επιδείνωση των δεδομένων. Η Ιστορία διδάσκει ότι αυτού του είδους οι διευθετήσεις δεν αντέχουν στον χρόνο.  Ας μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Η Κυπριακή Δημοκρατία καλείται να αξιοποιήσει τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται διεθνώς και να αναζητήσει λύση στη βάση ενός ιδιότυπου ομοσπονδιακού πολιτεύματος με έμφαση στη λειτουργικότητα.

Εν όψει των διεργασιών για επανέναρξη της προσπάθειας αναζήτησης λύσης ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης έχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ζητήσει τροποποίηση της βάσης διαπραγμάτευσης και να ιεραρχήσει τις προτεραιότητες καθώς και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της λύσης, τα οποία, πέραν του ζωτικού ζητήματος της ασφάλειας, αφορούν τη συνέχεια και λειτουργικότητα του κράτους καθώς και την οικονομική του βιωσιμότητα. Λύση που θα επιτρέπει στην Τουρκία να ασκεί έστω και έμμεσα έλεγχο της Κύπρου θα μας οδηγήσει σε σοβαρές περιπέτειες με πολύ αρνητικές συνέπειες.

 

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.